- κροτωνέλαιον
- το касторовое масло
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
κροτωνέλαιο — το (φαρμ.) έλαιο που λαμβάνεται με εκχύλιση κονιοποιημένων σπερμάτων τού φυτού Croton tiglium και χρησιμοποιείται στην κτηνιατρική ως επισπαστικό. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. croton oil < croton (< κρότων) + oil (< μσν. αγγλ.… … Dictionary of Greek